Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Τα Άμφια των Κληρικών και οι συμβολισμοί τους (με Βίντεο)


Ἀπὸ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ., παράλληλα με τὴν διαμόρφωση ξεχωριστῶν χώρων γιὰ τὴν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας χρησιμοποιοῦνται στὴν ἀνατολὴ καὶ εἰδικὰ ἄμφια γιὰ τοὺς ἱερεῖς. Ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἀκριβὴ προέλευσή τους, τὰ ἱερατικὰ ἄμφια θὰ διατηρήσουν κάποια ἰδιαιτερότητα στὸ χρῶμα καὶ τὴν ἐξέλιξή τους, ὥστε νὰ ἀποτελέσουν εἰδικὰ ἄμφια γιὰ τὸν κλῆρο. Ὡστόσο, τὰ ἱερατικὰ ἄμφια στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀποτελοῦν ἁπλὰ τελετουργικὰ ἐνδύματα, ἀλλὰ καὶ σύμβολα ποὺ ἐκφράζουν ἔννοιες πνευματικές. Ὁ συμβολισμὸς ἐξάλλου ὑπῆρξε ἀρχαιότατη συνήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμη καὶ ὁ ἱερέας φορώντας τὰ ἄμφια τὴν ὥρα τῆς λειτουργίας διαφοροποιεῖται ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους πιστοὺς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του.
Ἡ θεολογικὴ σημασία τῶν ἀμφίων, ἡ ὁποία ὑπαγόρευσε τὴ χρήση τους, εἶναι ὅτι ὁ Λειτουργὸς δὲν τελεῖ ἀφ᾿ ἑαυτοῦ τὰ μυστήρια, ἀλλὰ δυνάμει Χριστοῦ καὶ τῆς Ἱερωσύνης τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία κατέχει διὰ τῆς χειροτονίας «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ», «ἐνδεδυμένος τὴν τῆς Ἱερατείας χάριν».
Διατηροῦν κατὰ βάση τὴν παλαιά τους μορφὴ καὶ μὲ αὐτὰ διακρίνονται οἱ ἐπὶ μέρους βαθμοὶ τῆς Ἱερωσύνης. Εἶναι ἑπτά, κατὰ τὸν τύπο τῶν ἑπτὰ χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸν ἱερὸ ἀριθμὸ τῆς πληρότητας. Κατανέμονται ἀναλόγως στοὺς τρεῖς βαθμοὺς τῆς Ἱερωσύνης:

Στὸ Διάκονο τρία γιὰ τὸ ἱερὸ τοῦ ἀριθμοῦ (1) Στιχάριο, (2) Ὀράριο, στὴ θέση τοῦ Ἐπιτραχηλίου καὶ (3) Ἐπιμανίκια.
Στὸν Πρεσβύτερο πέντε κατὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν πέντε αἰσθήσεων (1) Στιχάριο, (2) Ἐπιτραχήλιο, (3) Ἐπιμανίκια, (4) Ζώνη καὶ (5) Φελώνιο.
Στὸν Ἐπίσκοπο ἑπτὰ γιὰ τὴν πληρότητα τῆς Ἱερωσύνης: Τὰ τέσσερα πρῶτα τοῦ Πρεσβυτέρου καὶ (5) Ἀρχιερατικὸ σάκκο (ἀντὶ φελωνίου), (6) Ἐπιγονάτιο καὶ (7) Ὠμοφόριο. Γιὰ ἔξαρση τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος προστέθηκαν βαθμηδόν: ὁ ἐπιστήθιος Σταυρός, τὸ Ἀρχιερατικὸ Ἐγκόλπιο, ἡ Ποιμαντικὴ Ράβδος καὶ ἡ Μίτρα. Τὴν ποιμαντορικὴ ράβδο τὴ χρησιμοποιοῦν καὶ οἱ Ἡγούμενοι τῶν Σταυροπηγιακῶν Μονῶν, ἐνῶ στοὺς Πρεσβύτερους δίνονται σὰν ὀφφίκια - ἰδιαίτερες τιμητικὲς διακρίσεις - ὁ ἐπιστήθιος Σταυρὸς καὶ τὸ Ἐπιγονάτιο. Στὴ Ρωσία Μίτρα χωρὶς μικρὸ Σταυρὸ στὴν κορυφὴ φέρουν καὶ οἱ Ἀρχιμανδρίτες.
Τὸ θεολογικὸ - συμβολικὸ νόημα κάθε ἀμφίου ἐκφράζεται κατὰ κανόνα - γιὰ τοὺς περισσότερους ὑπομνηστὲς τῆς θείας Λατρείας - μὲ τοὺς ψαλμικοὺς στίχους ποὺ λέγει ὁ κάθε Λειτουργὸς τὴν ὥρα ποὺ ἐνδύεται. Τὸ χρῶμα τῶν ἀμφίων προσδιορίζεται ὅπως καὶ τὸ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ἐφ᾿ ὅσον εἶναι δυνατό.

Τὰ ἄμφια τοῦ Πρεσβυτέρου: 1. Στιχάριο. 2. Ἐπιτραχήλιο.
3. Φελώνιο. 4. Ζώνη. 5. Ἐπιμανίκια. 6. Ἐπιγονάτιο.
α. Τὸ Στιχάριο. Εἶναι ποδήρης χιτώνας κοινὸς γιὰ τοὺς τρεῖς βαθμοὺς τῆς Ἱερωσύνης μὲ φαρδιὰ μανίκια. Εἶναι ἐσωτερικὴ ἐνδυμασία τῶν ἱερέων. Τὸ χρῶμα του εἶναι συνήθως λευκό, σύμβολο τῆς ἁγνότητας καὶ τῆς πνευματικῆς χαρᾶς. Συμβολίζει τὴ φωτεινὴ τῶν Ἀγγέλων περιβολὴ καὶ τὸ καθαρὸ καὶ ἀμόλυντο τῆς ἱερατικῆς τάξεως, καθαρότητα γιὰ τὴν ὁποία οἱ Λειτουργοὶ καταξιοῦνται τῆς θείας Χάρης. Αὐτὸ μαρτυρεῖ καὶ τὸ Γραφικὸ χωρίο ποὺ λέγουν κατὰ τὴν ἔνδυσή τους: «Ἀγαλλιάσεται ἡ ψυχή μου ἐπὶ τῷ Κυρίῳ, ἐνέδυσε γάρ με ἱμάτιον σωτηρίου...». Τὸ ἀρχιερατικὸ στιχάριο εἶναι διακοσμημένο μάλιστα μὲ «ποταμούς», οἱ ὁποῖοι ἐξεικονίζουν τὰ χαρίσματα τῆς διδασκαλίας.
β. Τὸ Ὀράριο. Προέρχεται ἀπὸ τὸ λατινικὸ orare = προσεύχεσθαι. Εἶναι ταινία ὑφάσματος ποὺ φέρεται στὸν ἀριστερὸ ὦμο, (μὲ τὰ ἄκρα ἕνα ἐμπρὸς καὶ ἕνα πίσω) καὶ γραμμένο σ᾿ αὐτὸ τὸ Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος. Ἐξεικονιζει τὶς πτέρυγες τῶν Ἀγγέλων, ἐφ᾿ ὅσον «οἱ Διάκονοι... εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενοι προστρέχουσιν».
γ. Τὰ Ἐπιμανίκια. Μὲ αὐτά, κοινὰ καὶ γιὰ τοὺς τρεῖς βαθμούς, συγκρατοῦνται τὰ ἄκρα τοῦ Στιχαρίου μαζὶ μὲ τὰ λοιπὰ ἐνδύματα τοῦ Λειτουργοῦ. Εἰκονίζουν τὴν παντοδύναμη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Τιμίων Δώρων ποὺ προσφέρονται μὲ τὰ χέρια τοῦ Ἱερουργοῦ. Γι᾿ αὐτὸ λέγουν τὰ ψαλμικὰ χωρία: «Ἡ δεξιά σου χείρ, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύϊ...» «Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καὶ ἔπλασάν με...». Συμβολίζουν καὶ τὰ δεσμὰ τοῦ Κυρίου μὲ τὰ ὁποῖα δεμένος ὁδηγήθηκε πρὸς τὸν Πιλᾶτο.
δ. Τὸ Ἐπιτραχήλιο. Εἶναι σὰν τὸ Ὀράριο, φέρεται στὸν τράχηλο ἀπὸ τοὺς Πρεσβυτέρους καὶ Ἐπισκόπους καὶ ἔχει καὶ τὰ δύο ἄκρα ἐμπρός. Εἰκονίζει τὴν ἄνωθεν κατερχόμενη χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτὸ ἐνδυόμενοι αὐτὸ λέγουν: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὁ ἐκχέων τὴν Χάριν ἐπὶ τοὺς Ἱερεῖς Αὐτοῦ...». Τὰ κρόσσια ποὺ ὑπάρχουν στὸ κάτω ἄκρο του συμβολίζουν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ποιμνίου τους, γιὰ τὶς ὁποῖες εἶναι ὑπεύθυνοι καὶ θὰ λογοδοτήσουν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως. Χωρὶς Ἐπιτραχήλιο καμία ἱεροπραξία δὲν μπορεῖ νὰ τελεστεῖ.
ε. Ἡ Ζώνη. Ἡ ζώνη τὴν ὁποία φέρει ὁ Πρεσβύτερος καὶ ὁ Ἐπίσκοπος γιὰ νὰ συγκρατεῖ τὰ ἄμφια, ἀποτελεῖ σταθερὴ ὑπόμνηση τῆς πνευματικῆς ἀποστολῆς καὶ τῆς εὐθύνης τους. Συμβολίζει τὴν ἑτοιμότητα ποὺ πρέπει νὰ ἔχουν γιὰ τὴν ἀπόκρουση καθενὸς ἐναντίου κατὰ τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου: «ἔστωσαν ὑμῶν αἱ ὀσφύες περιεζωσμέναι καὶ οἱ λύχνοι καιόμενοι...» (Λουκ. ιβ´, 35).
στ. Τὸ Φαιλόνιο. Εἶναι ἔνδυμα ἀρχαϊκῆς μορφῆς χωρὶς χειρίδες καὶ φέρεται ἀπὸ τὴν κεφαλή. Συμβολίζει τὸν ἄρραφο χιτώνα τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἐπίγεια Ἐκκλησία. Ὅπως ὁ χιτώνας εἶναι ἄρραφος καὶ ἕνα τεμάχιο, ἔτσι πρέπει καὶ ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι ΜΙΑ. Ὅταν εἶναι λευκό, συμβολίζει τὴν καθαρότητα καὶ φωτεινότητα τῆς Θείας Χάριτος. Ὅταν χρησιμοποιεῖται πορφυρό, κατὰ τὸν Ἅγιο Γερμανὸ Κωνσταντινουπόλεως, τὸ φαιλόνιο εἰκονίζει τὴν πορφύρα μὲ τὴν ὁποία ἐνέπαιζαν τὸν Κύριό μας, γεγονὸς τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἔχει κατὰ νοῦν πάντοτε ὁ Πρεσβύτερος.
ζ. Τὸ Ἐπιγονάτιο. Εἶναι ρομβοειδὲς ὕφασμα ἐξαρτώμενο ἀπὸ τὴ ζώνη μὲ παράσταση τὸ νιπτῆρα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἢ τὴν Ἀνάσταση. Τὸ φέρει ὁ Ἀρχιερέας καὶ κάθε ὀφφικιοῦχος πρεσβύτερος. Εἰκονίζει τὸ λέντιο μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Κύριος ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν Μαθητῶν Του. Συμβολίζει καὶ τὴν πνευματικὴ μάχαιρα «ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι... καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ πνεύματος, ὅ ἐστι ῥῆμα Θεοῦ» (Ἐφ. στ´, 17). Κατὰ τὸν Ἅγιο Συμεὼν Θεσσαλονίκης, συμβολίζει τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτὸ ἐνδυόμενοι οἱ Λειτουργοὶ λέγουν: «Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, Δυνατέ...».
η. Ὁ Ἀρχιερατικὸς σάκκος. Αὐτὸς ἀντικατέστησε στὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας τὸ πολυσταύριο φελώνιο τοῦ Ἐπισκόπου, ποὺ ἔγινε κατ᾿ ἀπομίμηση τοῦ αὐτοκρατορικοῦ σάκκου. Διατήρησε ὅμως τὸ συμβολισμὸ τοῦ φελονίου, καθ᾿ ὅσον ὁ Ἀρχιερέας εἰκονίζει τὸν Χριστό. Τὸ ὄνομα τοῦ σάκκου προέρχεται ἀπὸ τὴν ἑβραϊκὴ λέξη «σὰκ» καὶ σημαίνει τὸ ἔνδυμα τῆς μετάνοιας καὶ ταπεινώσεως. Οἱ κωδωνίσκοι τοῦ σάκκου ἐξεικονίζουν τοὺς δώδεκα κωδωνίσκους τοῦ Ἀαρὼν καὶ συμβολίζουν τὸ διδακτικὸ καὶ κηρυκτικὸ ἔργο τοῦ Ἀρχιερέα, σὲ ἀνάμνηση εἰδικῶς τοῦ Ἀρχιερέως Ἀαρών.
θ. Ἡ Ποιμαντικὴ ράβδος. Εἶναι σύμβολο τῆς ποιμαντικῆς, πνευματικῆς καὶ δικαστικῆς ἐξουσίας τοῦ Ἐπισκόπου. Στὸ ἄνω μέρος φέρει τὸν Τίμιο Σταυρὸ μεταξὺ δύο ὄφεων, γιὰ νὰ ὑπενθυμίζει τὴ ρήση τοῦ Κυρίου «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι´, 16). Ὑπενθυμίζει ἐπίσης καὶ τὴν ἄλλη ῥήση: «γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί».

Τὰ ἄμφια καὶ τὰ
ἐμβλήματα τοῦ Ἐπισκόπου:
1. Στιχάριο, 2. Ἐπιτραχήλιο,
3. Σάκκος, 4. Ζώνη (δὲν φαίνεται),
5. Ἐπιμανίκια, 6. Ἐπιγονάτιο,
7. Ὠμοφόριο, 8. Ἐγκόλπιο+Σταυρός,
9. Ἀρχιερατικὴ μίτρα,
10. Ποιμαντικὴ ράβδος,
11. Δικηροτρίκηρα.
ι. Τὸ Ὠμοφόριο. Εἶναι ταινία ὑφάσματος σταυρουμένη στὸ στῆθος μὲ τὰ δύο ἄκρα τὸ ἕνα ἐμπρὸς καὶ τὸ ἄλλο πίσω. Συμβολίζει τὸ πλανηθὲν πρόβατο ποὺ ὁ Χριστὸς ἔφερε ἐπὶ τῶν ὤμων Του. Γι᾿ αὐτὸ συνίσταται νὰ εἶναι κατασκευασμένο μὲ μαλλὶ προβάτου. Ἔτσι ὁ ἐπίσκοπος γίνεται μιμητὴς τοῦ ἀγαθοῦ καὶ μεγάλου Ποιμένος Χριστοῦ. Μέχρι καὶ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστόλου, ὁ Ἐπίσκοπος φέρει τὸ μεγάλο Ὠμοφόριο (ὡς στὴν εἰκόνα). Μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἕως τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας φέρει τὸ μικρὸ (μὲ τὰ δύο ἄκρα ἐμπρός), τὸ ὁποῖο φέρει καὶ σ᾿ ὅλες τὶς λοιπὲς ἀκολουθίες.
ια. Ἡ Ἀρχιερατικὴ Μίτρα. Ἔχει τὴν ἀρχή της στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Συμβολίζει τὸν ἀκάνθινο στέφανο, ἀλλὰ καὶ τὸ Βασιλικὸ ἀξίωμα τοῦ Κυρίου, δεδομένου ὅτι ὁ Ἀρχιερέας εἶναι ζῶσα εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἐκκλησία Του. Ἡ χρήση της ἐπεκτάθηκε μετὰ τὸν 16ο αἰώνα.
ιβ. Τὸ Ἀρχιερατικὸ Ἐγκόλπιο. Ἐξαρτᾶται μὲ χρυσὴ ἁλυσίδα ἀπὸ τὸ λαιμὸ στὸ στῆθος τοῦ Ἀρχιερέα. Καθιερώθηκε τὸ ἔτος 1856 μὲ Βασιλικὸ Διάταγμα σὰν διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ Ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος. Συμβολίζει τὴ σφραγίδα καὶ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως. Στὸ ὠοειδὲς σχῆμα του εἰκονίζεται ὁ Χριστὸς μὲ τὸ δεξὶ χέρι εὐλογῶν, καὶ στὸ ἀριστερὸ κρατῶν Εὐαγγέλιο.
ιγ. Τὰ Δικηροτρίκηρα. Πρόκειται γιὰ τὶς βάσεις μὲ τὰ δύο καὶ τὰ τρία κεριὰ ποὺ κρατᾶ ὁ Ἀρχιερέας καὶ μὲ τὰ ὁποῖα εὐλογεῖ τὸ λαό. Τὰ δίκηρα συμβολίζουν τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου. Τὰ τρίκηρα συμβολίζουν τὴν Ἁγία Τριάδα. Μ᾿ αὐτὰ σφραγίζει τὸ Εὐαγγέλιο κατὰ τὴν ψαλμωδία τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου καὶ μετὰ εὐλογεῖ τὸ λαό.
ιδ. Ὁ Ἀρχιερατικὸς Μανδύας. Ἄμφιο πολυτελοῦς κατασκευῆς, φέρεται ἀπὸ τὸν Ἀρχιερέα ὅταν χοροστατεῖ, στὶς Ἱεροπραξίες ποὺ δὲν ἀπαιτεῖται πλήρης στολή, π.χ. κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ὄρθρου. Θεωρεῖται αὐτοκρατορικῆς προελεύσεως. Εἶναι διακοσμημένος μὲ «ποταμούς» ποὺ ἀποτελοῦν καὶ αὐτοὶ ἔκφραση τοῦ διδασκαλικοῦ ἀξιώματος.
Ἄλλα ἐμβλήματα ποὺ φέρονται ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ἀλλὰ καὶ τοὺς πρεσβυτέρους μὲ τὸ κατάλληλο ὀφίκκιο, εἶναι ὁ ἐγκόλπιος Σταυρὸς καὶ τὸ ἐπιρριπτάριο. Ὁ Σταυρὸς ἔχει τὴν προέλευσή του στὰ φυλακτὰ ποὺ φοροῦσαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Τὸ ἐπιρριπτάριο θεωρεῖται σύμβολο τῆς μοναχικῆς ὑπακοῆς καὶ ταπεινοφροσύνης.
Οἱ Λειτουργοὶ φοροῦν «ἅπασαν» τὴν ἱερατική τους στολὴ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία καὶ σ᾿ ὁρισμένες ἄλλες ἀκολουθίες προσδιοριζόμενες ἀπὸ τὸ «Τυπικό», ὅπως στὴν τέλεση τῆς Προσκομιδῆς, στὸν Ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Πεντηκοστῆς. Σὲ ὅλες τὶς ἄλλες τελετὲς Μυστηρίων, εἰσόδους τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ ἀναγνώσεις τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ὄρθρου, φοροῦν Ἐπιτραχήλιο καὶ Φελόνιο ὁ Πρεσβύτερος, Ἐπιτραχήλιο καὶ Ὠμοφόριο ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Στιχάριο καὶ Ὀράριο ὁ Διάκονος. Σὲ ἄλλες ἀκολουθίες μικρότερης σπουδαιότητας ὁ Ἱερέας φέρει μόνο τὸ Ἐπιτραχήλιο.
Ὅσον ἀφορᾶ στὴν κοινὴ καθημερινὴ κληρικὴ περιβολή, αὐτὴ περιλαμβάνει τὸ ράσο καὶ τὸ καλυμμαύχιο, ποὺ ἀρχικὰ εἶχε τὴ μορφὴ χαμηλοῦ, μαλακοῦ καὶ ἀφελοῦς καλογηρικοῦ σκούφου ἀπὸ μαλλὶ σὲ χρῶμα μαῦρο.

Παραστάσεις στὰ ἄμφια

Τὰ θέματα ποὺ παριστάνονται στὰ ἱερατικὰ ἄμφια εἶναι ἀνάλογα μὲ τὸν ἰδιαίτερο συμβολισμό τους, ἐνῷ δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι ὀλόλευκα, μονόχρωμα, δίχως ἢ μὲ ἐλάχιστη σταυροειδὴ διακόσμηση.
Στὸ ἐπιτραχήλιο παριστάνονται σκηνὲς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, Ἀποστόλων, Μαρτύρων καὶ Ἱεραρχῶν, στὸ ἐπιγονάτιο ἡ Κάθοδος τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη καὶ στὸν σάκκο ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος.
Ἰδιαίτερη ἀξία ἔχουν οἱ ἐπιγραφὲς ἀπὸ λειτουργικὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ συναντᾶμε κεντημένες πάνω στὰ ἄμφια καὶ σχετίζονται καὶ αὐτὲς μὲ τὸν συμβολισμὸ κάθε ἀμφίου, ὅπως ἡ ἀρχὴ τοῦ τρισάγιου ὕμνου « Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος», ποὺ βρίσκεται κεντημένη στὸ ὀράριο τοῦ διακόνου.

Ἡ Κατασκευὴ τῶν ἀμφίων

Τὰ ἄμφια εἶναι κεντητὰ ἢ ὑφαντά. Τὰ κεντητὰ εἶναι συνήθως πολυτιμότερα διότι παρουσιάζουν μεγάλο πλοῦτο στὴν τεχνικὴ τοῦ κεντήματος καὶ διότι τὶς περισσότερες φορὲς χρησιμοποιοῦν πολύτιμη πρώτη ὕλη, ὅπως χρυσὸ ἢ ἀργυρὸ σύρμα καὶ διακόσμηση μὲ πολύτιμους λίθους. Ἀπὸ τὸν 17ο αἰώνα καὶ μετά, τὸ ὑψηλὸ κόστος ὁδήγησε στὴν σταδιακὴ ἐγκατάλειψη τῶν χρυσοκέντητων ἀμφίων.
Ἡ ὕφανση τῶν πολύτιμων ἀμφίων στοὺς βυζαντινοὺς χρόνους γινόταν σὲ εἰδικὰ ἐργαστήρια ὑφαντουργίας τῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα ὅμως γινόταν σὲ γυναικεῖα μοναστήρια, ποὺ συνέχισαν τὴν ἐργασία τους αὐτὴ καὶ στὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας. Τὰ χρώματα ποὺ προτιμοῦσαν ἦσαν φωτεινὰ γιὰ τὶς τελετὲς σὲ χαρούμενες ἡμέρες καὶ σκοτεινὰ γιὰ τὶς τελετὲς σὲ πένθιμες ἡμέρες. Ὡς τόσον, εἶναι γεγονὸς ὅτι στὰ ἱερατικὰ ἄμφια ἐπικρατοῦσε γενικῶς τὸ λευκὸ χρῶμα ὡς σύμβολο ἁγνότητας καὶ πνευματικῆς χαρᾶς. Ἀκόμη καὶ τὸ γνωστό μας ράσο ἦταν ἀρχικῶς λευκό.
Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Ῥωμανίας σῴζεται δυστυχῶς μόνον ἕνας μικρὸς ἀριθμὸς ἀμφίων. Ἀπὸ τοὺς μεταβυζαντινοὺς χρόνους ἔχουν διασωθεῖ πολλὰ καὶ χαρακτηριστικὰ δείγματα. Αὐτὰ φυλλάσονται σὲ μουσεῖα, στὰ Πατριαρχεῖα, στὶς μονὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, σὲ μητροπόλεις καὶ σὲ μοναστήρια ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τὰ ἄμφια αὐτὰ ἀποτελοῦν ἀνεκτίμητο ὑλικὸ γιὰ τὴν σπουδὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καὶ τέχνης, καθὼς ἐπίσης τῆς ὑφαντουργίας καὶ τῆς μικροτεχνίας στὴ βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ περίοδο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου